Καθυστέρηση ομιλίας και γλώσσας


Είναι συναρπαστικό και συνάμα απολαυστικό να βλέπει κανείς τα παιδιά να αναπτύσσουν την ικανότητα της επικοινωνίας με ήχους, χειρονομίες και, έπειτα, με λέξεις. Δυστυχώς, η καθυστέρηση στη γλώσσα είναι συνήθης και επηρεάζει αρνητικά τη συμπεριφορά και τις σχέσεις του παιδιού. Πώς θα ξέρετε πότε πρέπει να ανησυχήσετε και τι πρέπει να κάνετε; Ακολουθούν μερικές πληροφορίες που ίσως αποδειχθούν χρήσιμες.

Τι είναι η καθυστέρηση στη γλώσσα;

Υπάρχει ένα φάσμα «φυσιολογικού» για όλες τις αναπτυξιακές δεξιότητες των παιδιών, συμπεριλαμβανομένων των δεξιοτήτων της ομιλίας και της γλώσσας. Οι επόμενες παράγραφοι παραθέτουν τον μέσο όρο ηλικίας των κύριων δεξιοτήτων σε διάφορους τομείς ανάπτυξης της ομιλίας και της γλώσσας στα παιδιά προσχολικής ηλικίας.

Μετά την είσοδο στο σχολείο, η γλωσσική ανάπτυξη εντοπίζεται κυρίως στους τομείς της ανάγνωσης και της γραφής. Παραγωγή ήχου. Αφορά στον τρόπο με τον οποίο εκφέρονται οι ήχοι που απαρτίζουν τη γλώσσα – με άλλα λόγια, στην προφορά (άρθρωση) και στην ευχέρεια του λόγου. Τα παιδιά που διανύουν τα πρώτα στάδια της γλωσσικής εξέλιξης, συχνά λένε ασυναρτησίες.

Συνήθως, αυτό συμβαίνει περίπου στο 18ο μήνα και αποτελεί φυσιολογικό στάδιο της γλωσσικής εξέλιξης. Κατά το 2ο έτος, περίπου μισές από τις λέξεις που εκφέρει το παιδί πρέπει να είναι κατανοητές σε έναν άγνωστο. Συνήθως, οι γονείς καταλαβαίνουν περισσότερες λέξεις. Στο 3ο έτος, περίπου 75% των λέξεων που χρησιμοποιεί το παιδί πρέπει να εκφέρονται αρκετά καλά, ώστε να είναι κατανοητές από έναν άγνωστο. Αυτό το ποσοστό πρέπει να ανέλθει στο 95% κατά το 4ο έτος.

Τα τετράχρονα συχνά αντικαθιστούν κάποια σύμφωνα (π.χ. το «ρ» με το «β»). Ωστόσο, όταν φτάνουν στο 6ο έτος, όλοι οι ήχοι πρέπει να εκφέρονται με ακρίβεια. Το τραύλισμα είναι η επανάληψη του αρχικού ήχου μιας λέξης (π.χ. γ-γ-γάτα). Την περίοδο της ταχείας ανάπτυξης του λεξιλογίου, το τραύλισμα είναι φυσιολογικό μέχρις ενός βαθμού, ειδικά πριν από το 4ο έτος, εφόσον δεν αναστατώνει το παιδί (ανατρέξτε και στην ενότητα για το τραύλισμα).

Εκφραστική γλώσσα.

Αφορά σε αυτά που λέει το παιδί, συμπεριλαμβανομένων του αριθμού και των ειδών των λέξεων και του συνδυασμού τους. Συνήθως, τα μικρά παιδιά εκφέρουν «βαβίσματα» που αποτελούνται από φωνήεντα (σαν τα χαριτωμένα «αααα»). Ο συνδυασμός φωνηέντων και συμφώνων (π.χ. «μπαμπαμπα» και «ντανταντα») αρχίζει περίπου τον 6ο μήνα. Αρχικά, αυτοί οι ήχοι δεν έχουν κάποιο νόημα για τα παιδιά.

Μέχρι το 12ο μήνα, τα παιδιά μπορούν να χρησιμοποιούν τουλάχιστον μία λέξη με νόημα (π.χ. μαμά ή μπαμπά). Κατά το 1ο έτος, τα παιδιά συνήθως είναι σε θέση να μιμούνται ήχους που εκφέρουν οι γονείς τους, όπως το «α, πα, πα!». Τον επόμενο χρόνο τα παιδιά εκφέρουν περισσότερες λέξεις, ενώ μόλις κλείσουν τα 2, χρησιμοποιούν 20-50 λέξεις.

Σε αυτή τη φάση αρχίζουν να συνδυάζουν λέξεις, όπως «ποτήρι μου». Αυτές οι φράσεις προφέρονται δυνατά και με μεγάλη επιμονή! Οι προτάσεις μεγαλώνουν βαθμιαία. Στα 3 τους, τα παιδιά είναι σε θέση να συνδυάζουν τρεις λέξεις. Συνήθως, τα παιδιά αρχίζουν να κάνουν πολλές ερωτήσεις όταν κλείσουν τα 3 – είναι η ηλικία των «γιατί». Καθώς η γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού προοδεύει, μπορεί να σας ζητάει να του διαβάζετε την ίδια ιστορία ξανά και ξανά.

Το παιδί μπορεί να μάθει μερικές ιστορίες τόσο καλά, ώστε σχεδόν φαίνεται να διαβάζει! Δεκτική γλώσσα. Αφορά στα πράγματα που κατανοεί το παιδί από την ομιλία. Σε γενικές γραμμές, τα παιδιά καταλαβαίνουν περισσότερα από όσα λένε. Ανταποκρίνονται στους ήχους από πολύ νωρίς, συνήθως από τον 1ο μήνα. Στον 6ο μήνα, γυρίζουν όταν προφέρεται το όνομά τους. Στο 18ο μήνα, τα περισσότερα παιδιά είναι σε θέση να εντοπίσουν τα κύρια μέρη του σώματός τους, όπως το κεφάλι, τα μαλλιά, τα μάτια, τη μύτη, το στόμα, τον αφαλό και τα δάχτυλα των ποδιών.

Τα περισσότερα δίχρονα μπορούν να ακολουθήσουν μια απλή εντολή, όπως «Πήγαινε να φέρεις τα κλειδιά». Ωστόσο, συνήθως αδυνατούν να κατανοήσουν λεπτομερέστερες ή πολυπλοκότερες υποδείξεις. Στα 3, τα περισσότερα παιδιά είναι σε θέση να εντοπίζουν τα χρώματα, ενώ στα 4 αναγνωρίζουν τα γράμματα του αλφάβητου.

Στο 3ο έτος, τα παιδιά μπορούν να απαντήσουν σε ερωτήσεις που αφορούν στο «πού» και στο «τι». Σε γενικές γραμμές, καταφέρνουν να απαντήσουν σε ερωτήσεις που αφορούν στο «γιατί» αφού φτάσουν σε σχολική ηλικία. Εξωλεκτική επικοινωνία. Τόσο τα παιδιά όσο και οι ενήλικοι επικοινωνούν με διάφορους εξωλεκτικούς τρόπους.

Οι μορφές εξωλεκτικής επικοινωνίας περιλαμβάνουν την επαφή με το βλέμμα, τις χειρονομίες (νεύμα του κεφαλιού ή ανασήκωμα των ώμων), την υπόδειξη με το δάχτυλο και τις προσωπικές εκφράσεις. Τα μικρά παιδιά μπορούν να κοιτάξουν το πρόσωπο ενός ενηλίκου και να το ακολουθήσουν με τα μάτια τους ήδη από τον 1ο μήνα.

Συνήθως χρειάζονται μια περίοδο «προθέρμανσης» πριν από την οπτική επαφή με έναν άγνωστο ενήλικο. Ωστόσο, όταν τα παιδιά εξοικειωθούν με την οπτική επαφή, τη χρησιμοποιούν για να εκφράσουν αιτήματα, να μοιραστούν τα ενδιαφέροντά τους και να ξεκινήσουν διάφορα παιχνίδια. Αυτή η ικανότητα πρέπει να έχει αναπτυχθεί πριν από το 2ο έτος. Η υπόδειξη με το δάχτυλο αρχίζει από το 1ο έτος και χρησιμοποιείται τόσο για την έκφραση αιτημάτων όσο και για το μοίρασμα ενδιαφερόντων.

Πότε πρέπει να ανησυχώ για τη γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού μου;

Υπάρχει ένα ευρύτατο φάσμα φυσιολογικών ηλικιών στις οποίες εκδηλώνονται οι βασικές αναπτυξιακές δεξιότητες. Επιπλέον, κάθε δεξιότητα πρέπει να αξιολογείται στο πλαίσιο της γενικής ανάπτυξης του παιδιού. Η καθυστέρηση στην επίτευξη μιας μεμονωμένης δεξιότητας δεν υποδηλώνει κάποιο πρόβλημα. Αυτό, βέβαια, μπορεί να δυσκολέψει τα πράγματα.

Σε γενικές γραμμές αν ανησυχείτε για την ανάπτυξη του παιδιού σας, πρέπει να συζητήσετε τις ανησυχίες σας με τον παιδίατρο. Έχει αποδειχθεί επανειλημμένα ότι οι γονικές ανησυχίες συνδέονται με τον εντοπισμό καθυστερήσεων. Η γονική διαίσθηση είναι ιδιαίτερα σημαντική!

Πού οφείλεται η γλωσσική καθυστέρηση;

Σε πολλές περιπτώσεις, ειδικά όταν η γλωσσική καθυστέρηση είναι ήπια και δεν παρατηρείται καθυστέρηση σε άλλους τομείς, τα αίτια είναι άγνωστα. Η κληρονομικότητα διαδραματίζει ένα ρόλο, αφού τα παιδιά με γλωσσική καθυστέρηση συχνά έχουν γονείς με ιστορικό γλωσσικής καθυστέρησης, μαθησιακών δυσκολιών ή αναπτυξιακής καθυστέρησης. Σε όλα τα περιστατικά γλωσσικής καθυστέρησης, η ακοή του παιδιού πρέπει να αξιολογείται από έναν ωτορινολαρυγγολόγο. Η ήπια απώλεια της ακοής που συνήθως οφείλεται σε υποτροπιάζουσα ωτίτιδα, ευθύνεται εν μέρει για την ήπια καθυστέρηση της ομιλίας και της γλώσσας.

Ωστόσο, είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι τα περισσότερα παιδιά που πάσχουν από ωτίτιδες, δεν έχουν αναπτυξιακή καθυστέρηση. Αν το παιδί παθαίνει συχνά ωτίτιδα (πάνω από 6 φορές ετησίως), είναι σημαντικό να εξεταστεί από το γιατρό. Ενδέχεται να κριθεί αναγκαία η εισαγωγή σωληνίσκου αερισμού του μέσου αυτιού, ώστε να βελτιωθεί η ακοή και η γλωσσική ανάπτυξη. Σε πολλές περιπτώσεις, η μεμονωμένη γλωσσική καθυστέρηση δηλώνει απλώς ότι ένα φυσιολογικό παιδί αναπτύσσεται με κάπως πιο αργό ρυθμό, χωρίς, ωστόσο, να παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες στη γλωσσική ανάπτυξη.

Αυτές οι καθυστερήσεις συνήθως επιλύονται χωρίς καμία παρέμβαση. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα παιδιά με γλωσσική καθυστέρηση έχουν μια συγκεκριμένη γλωσσική ανεπάρκεια. Σε αυτή την περίπτωση, το παιδί πρέπει να υποβληθεί σε λογοθεραπεία και θα διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσει μόνιμες γλωσσικές δυσκολίες, όπως δυσχέρεια ανάγνωσης και γραφής. Η γλωσσική καθυστέρηση ενδέχεται να αποτελεί μέρος μιας γενικής αναπτυξιακής καθυστέρησης ή γενικής μειωμένης νοημοσύνης.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να αποτελεί ένδειξη αυτισμού, ειδικά αν υπάρχουν και άλλες ενδείξεις, όπως προβλήματα στις σχέσεις του παιδιού με τους συνομηλίκους του και δυσκολίες στη χρήση της εξωλεκτικής επικοινωνίας (ανατρέξτε στην ενότητα του αυτισμού). Ενίοτε, οι γονείς αναρωτιούνται αν η γλωσσική καθυστέρηση σε ένα μικρό παιδί οφείλεται λεται στο ότι τα αδέλφια του μιλούν πριν από αυτό. Ωστόσο, έχει αποδειχθεί ότι αυτό δεν ευθύνεται για τη σοβαρή γλωσσική καθυστέρηση.

Κατά παρόμοιο τρόπο, η έκθεση σε περισσότερες από μία γλώσσες στο σπίτι μπορεί να συνεπάγεται ανάμειξη λέξεων από τις δύο γλώσσες, αλλά δεν συνεπάγεται καθυστέρηση στις βασικές γλωσσικές δεξιότητες. Παρότι υπάρχουν μικρές διαφορές στην ταχύτητα της γλωσσικής ανάπτυξης μεταξύ αγοριών και κοριτσιών, αυτές είναι επουσιώδεις και δεν συνδέονται με τη σοβαρή γλωσσική καθυστέρηση στα αγόρια. Η γλωσσική καθυστέρηση δεν είναι ποτέ συνέπεια νωθρότητας.

Τι πρέπει να κάνω αν υποπτεύομαι ότι το παιδί μου έχει γλωσσική καθυστέρηση;

Είναι σημαντικό να το συζητήσετε αμέσως με τον παιδίατρο. Η γλωσσική καθυστέρηση πρέπει να εντοπίζεται και να αντιμετωπίζεται το συντομότερο δυνατόν. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, δεν ανευρίσκονται ιατρικά αίτια, εκτός και αν υπάρχει σοβαρή γενική αναπτυξιακή καθυστέρηση. Σε γενικές γραμμές, οι ιατρικές εξετάσεις δεν είναι απαραίτητες και το βάρος πέφτει στις μεθόδους που ευνοούν τη γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού.

Ο λογοθεραπευτής / λογοπεδικός θα προσφέρει περαιτέρω βοήθεια. Στα μικρά παιδιά, έχει αποδειχθεί ότι η αποτελεσματικότερη μορφή λογοθεραπείας είναι αυτή που παρέχεται από τους φροντιστές του, οι οποίοι βρίσκονται μαζί του σε τακτική βάση, και όχι από το θεραπευτή που συναντάει το παιδί μία φορά την εβδομάδα.

Οι γονείς έχουν τη δυνατότητα να εκπαιδευτούν σε ειδικά σεμινάρια. Για τα παιδιά που αντιμετωπίζουν συγκεκριμένα προβλήματα λόγου, όπως προβλήματα άρθρωσης ή τραύλισμα, απαιτείται παρέμβαση από έναν επαγγελματία λογοθεραπευτή. Μπορείτε να ενισχύσετε τη γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού με πολλούς τρόπους. Φροντίστε να μιλάτε τακτικά στο παιδί και να χρησιμοποιείτε απλή γλώσσα, στο επίπεδο του παιδιού σας ή λίγο πιο πάνω από το επίπεδό του.

Για παράδειγμα, αν το δίχρονο παιδί σας χρησιμοποιεί λίγες λέξεις, κατά πάσα πιθανότητα δεν θα κατανοεί μακροσκελείς εξηγήσεις ή ιστορίες και δεν θα ανταποκρίνεται. Η απλοποίηση των ιστοριών και οι περιγραφικές λέξεις ή φράσεις στις συνήθεις εικόνες ενός βιβλίου (π.χ. «Κοίτα το σκύλο!» ή «Τι είναι αυτό;») συνήθως εξασφαλίζουν την ανταπόκριση του παιδιού. Μπορείτε να τραγουδάτε στο παιδί σας, κάνοντας παύσεις μεταξύ των στίχων, ώστε να διαπιστώσετε αν το παιδί ζητάει να συνεχίσετε ή γεμίζει το κενό μόνο του. Είναι μια διασκεδαστική μέθοδος και προάγει τη γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού.

Η ονομασία των μερών του σώματος ή των ρούχων κατά την ένδυση, το γδύσιμο ή το μπάνιο του παιδιού είναι μια ακόμα καλή μέθοδος για την εισαγωγή της γλωσσικής ανάπτυξης στις καθημερινές δραστηριότητες. Επίσης, φροντίστε να επαναλαμβάνετε αυτά που λέει το παιδί σας – πρόκειται για άλλη μια βοηθητική τεχνική. Παρατηρήστε την επίδραση της γλωσσικής καθυστέρησης στη συμπεριφορά του παιδιού. Σε πολλές περιπτώσεις, ειδικά όταν η εκφραστική γλώσσα είναι ο μόνος προβληματικός τομέας, τα παιδιά απογοητεύονται καθώς προσπαθούν να επικοινωνήσουν με τους άλλους ανεπιτυχώς.

Αν το παιδί σας έχει καθυστέρηση στη δεκτική γλώσσα, είναι σημαντικό να προσαρμόσετε τις υποδείξεις και τις εξηγήσεις σας στις ικανότητές του. Η σοβαρή γλωσσική καθυστέρηση έχει αρνητική επίδραση στο κοινωνικό παιχνίδι και στις σχέσεις του παιδιού με τους συνομηλίκους του. Ο φροντιστής μπορεί να βοηθήσει προσθέτοντας γλωσσικά στοιχεία σε καθημερινές δραστηριότητες ή επαναλαμβάνοντας λέξεις που δεν είναι εύκολα κατανοητές από άλλο παιδί. Θα πρέπει να οργανωθείτε προσεκτικά προτού το παιδί πάει σχολείο, ώστε να διασφαλιστεί η επαρκής υποστήριξη και ο κατάλληλος προγραμματισμός.

Φροντίστε να συναντηθείτε με το διευθυντή πριν από την έναρξη της σχολικής περιόδου. Αν η γλωσσική καθυστέρηση επιμένει δυσχεραίνοντας την ανάγνωση και τη γραφή, η αξιολόγηση του ψυχοθεραπευτή θα αποκαλύψει τα δυνατά και αδύναμα σημεία του παιδιού, εξασφαλίζοντας τη δυνατότητα να δοθούν σωστές συμβουλές στο προσωπικό του σχολείου. Αν το παιδί πηγαίνει ήδη στο σχολείο, είναι σημαντικό να εντοπιστούν οι καθυστερήσεις, η επίδρασή τους στη μάθηση, καθώς και οι δυνατότητες υποστηρικτικής παρέμβασης. Παρότι δεν είναι εύκολο να αποδεχτείτε ότι το παιδί σας έχει μια αναπτυξιακή καθυστέρηση, με την έγκαιρη βοήθεια θα μεγιστοποιήσετε την αξιοποίηση του δυναμικού του και θα ελαχιστοποιήσετε τις μελλοντικές δυσκολίες.